Ήταν κάποτε ένας διάσημος ψυχολόγος, που θεώρησε ότι χρειάζεται ένα διάλειμμα από τα εγκόσμια. Αγόρασε τότε ένα αγρόκτημα και αφοσιώθηκε στις αγροτικές εργασίες.
Δεν είχε ποτέ ξανά ασχοληθεί με τέτοιου είδους πράγματα, αλλά σκέφτηκε: «Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι αυτό για μένα, που είμαι τόσο ικανός και πετυχημένος; Οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει αγρότης, ακόμη και οι πιο άξεστοι από τους ανθρώπους».
Η απειρία του όμως σύντομα τον ανάγκασε να αναθεωρήσει. Κάθε μέρα ο ψυχολόγος έριχνε τους σπόρους στο οργωμένο χωράφι του και κάθε μέρα κατέφθανε ένα σμάρι από κοράκια και εξαφάνιζε τους σπόρους.
Μην ξέροντας τι να κάνει, αποφάσισε να απευθυνθεί στο γείτονά του, το Μουλά Νασρεντίν. Ο ηλικιωμένος αγρότης έφτασε στο χωράφι του και έκανε όλη τη διαδικασία της σποράς, χωρίς όμως να χρησιμοποιεί σπόρους. Όταν ήρθαν τα κοράκια, δε βρήκαν τίποτα και έφυγαν κρώζοντας απογοητευμένα. Την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα ακολούθησε την ίδια τακτική. Τα κοράκια αναγκάστηκαν να πετάξουν και πάλι μακριά με άδεια ράμφη.
Τέλος, ήρθε η μέρα που ο Μουλά Νασρεντίν έσπειρε το χωράφι του ψυχολόγου κανονικά, αλλά οι σπόροι έμειναν στη θέση τους, αφού τα κοράκια δεν έκαναν καν τον κόπο να παρουσιαστούν.
Ο ψυχολόγος εντυπωσιάστηκε: «Πώς το κατάφερες αυτό; Θαύμα!». Ο Μουλά Νασρεντίν, αποκρίθηκε, ανασηκώνοντας τους ώμους: «Απλή στοιχειώδης ψυχολογία, φίλε μου. Σου προτείνω να τη δοκιμάσεις και εσύ!»